19/11/2010

Δελτίο Τύπου ΓΕΠΟΕΤ 19/11/2010

Την έντονη διαμαρτυρία της εκφράζει η ΓΕΠΟΕΤ για την απόφαση της κυβέρνησης που επιλεκτικά μειώνει τους συντελεστές ΦΠΑ στη διαμονή, δημιουργώντας έτσι συνθήκες «δυο ταχυτήτων» στον τουρισμό.
«Ο ελληνικός τουρισμός είναι ενιαίος και μας χρειάζεται όλους για να αντιμετωπίσει τον ανελέητο ανταγωνισμό» αναφέρει χαρακτηριστικά σε επιστολή που απέστειλε χθες στους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού- Τουρισμού, στον υφυπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, τον Γενικό Γραμματέα Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, και τον Πρόεδρο του ΣΕΤΕ, η ΓΕΠΟΕΤ και υπογραμμίζει: Εξαιρώντας τα τουριστικά γραφεία και τα τουριστικά λεωφορεία τα οδηγείτε σε πλήρη απαξία.
Στην επιστολή επισημαίνεται πως «με γνώμονα την εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία, την δεινή κατάσταση της Ελληνικής Οικονομίας και γνωρίζοντας τις διαβουλεύσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμαρτύρεται εντόνως για την διάκριση αυτή στον μειωμένο ΦΠΑ 6,5% που ανακοινώνεται μόνο για τα τουριστικά καταλύματα και ζητάει να συμπεριληφθούν και οι επιχειρήσεις τουριστικών γραφείων και τουριστικών λεωφορείων που είναι και αυτές μέρος ενός πακέτου (tours) στον τουρισμό, ώστε να καλύπτονται οι βασικές τουριστικές υπηρεσίες».
Οι επιχειρήσεις μας δεν αντέχουν πλέον άλλες διακρίσεις, υπογραμμίζεται στην επιστολή και γίνεται αναφορά τόσο στις δύο αυξήσεις του ΦΠΑ (που απορροφήθηκαν από τις επιχειρήσεις), στην πτώση του τζίρου, αλλά και στις υπόλοιπες επιβαρύνσεις αναφορικά με το κόστος λειτουργίας που είναι μακράν υψηλότερες σε σύγκριση με τις ανταγωνίστριες χώρες. «Μόνο η τιμή του πετρελαίου κίνησης έχει αυξηθεί τον τελευταίο χρόνο 30%, καθιστώντας μας σ’ αυτόν τον τομέα, των τουριστικών περιηγήσεων και μεταφορών, την ακριβότερη χώρα ανάμεσα στους ανταγωνιστές μας» τονίζεται με έμφαση.
Ακόμα στην επιστολή επισημαίνεται ότι τα τουριστικά γραφεία και τα τουριστικά λεωφορεία καθώς θα επιβαρύνονται με διπλάσιο ΦΠΑ σε σχέση με τους ανταγωνιστές, οδηγούνται και στην ανυποληψία καθώς αυτά μόνο -λόγω του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ- θα αθετήσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις τους έναντι των ξένων συνεργατών τους.